Η γλώσσα της Επιστήμης της Διατροφής, το κόσκινο του Ερατοσθένη, οι διάλεκτοι των εταίρων και η ευθαλασσία
Σε μια σκηνή της ταινίας του 1960 «Inherit the wind» που αφηγείται την ονομαζόμενη “monkey trial”, αφαιρείται η δυνατότητα του επιστημονικού λόγου σε ακαδημαϊκούς κληθέντες ως μάρτυρες υπεράσπισης του δάσκαλου που κατηγορείται ότι μίλησε στους μαθητές του για την εξελικτική θεωρία. Η ταινία, θίγοντας το ζήτημα της αμφίδρομης σχέσης μεταξύ λόγου και σκέψης, παραπέμπει στη ρήση του Whorf “Language shapes the way we think and determines what we can think about.”
Σε αυτό το μοτίβο και με εφαλτήριο τη συζήτηση περί επιρροής της γλώσσας της ψυχιατρικής στην ψυχοπαθολογική σκέψη, θα αναζητήσω από τον χώρο της Επιστήμης της Διατροφής ομοιότητες, ιδιαιτερότητες ή άλλες πτυχές του ίδιου ζητήματος.Θα επισημάνω, παράλληλα προς το κείμενο του Θ. Καράβατου, ότι η Διατροφή ως επιστήμη μελετά πρωτίστως την άριστη υγεία και τις επιλογές που οδηγούν σε αυτήν και απευθύνεται με γενικό τρόπο σε όλα τα άτομα μιας πληθυσμιακής ομάδας (αντίθετα με την συγγενή Επιστήμη της Διαιτολογίας που συμβουλεύει κατ’ άτομο1,2). Ως τέχνη, αν μπορούμε και εδώ να επικαλεστούμε τον όρο, δημιουργεί τις προϋποθέσεις και τις συνθήκες για τη συνάντηση διαφορετικών επιστημονικών και μη επιστημονικών αντικειμένων (π.χ. ιατρική, μοριακή βιολογία, επιδημιολογία, διαιτολογία, φυσιολογία, οικονομία, μάρκετινγκ, νομική, πολιτική) αλλά και τον συντονισμό δημόσιων, ακαδημαϊκών και ιδιωτικών φορέων προς όφελος της δημόσιας υγείας.
Στην κουλτούρα των διατροφολόγων είναι παγιωμένη η άποψη ότι η ορθή και αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ εταίρων αποτελεί προϋπόθεση, και όχι «υπόθεση», εργασίας. Εννοείται ότι αυτό απαιτεί το σεβασμό και σε ένα βαθμό την αποδοχή της ατζέντας του κάθε συμμετέχοντα χωρίς πολλές εκχωρήσεις. Οπότε, η περίφημη ορθή και αποτελεσματική επικοινωνία είναι συχνά παιχνίδι για γερούς παίκτες, οι οποίοι εφόσον καθίσουν στο ίδιο τραπέζι θα υποχρεωθούν να χρησιμοποιήσουν κοινή γλώσσα και να αναπτύξουν τα εργαλεία επικοινωνίας της. Για παράδειγμα έχουμε συμφωνήσει στη κοινή μας γλώσσα σε έννοιες όπως άριστη διατροφή (optimal nutrition), ευεξία (well being), ενημερωμένος καταναλωτής (informed consumer), δημόσια υγεία και αναπτύσσουμε γύρω από αυτές εργαλεία που ονομάζουμε μοντέλα, πλατφόρμες συνεργασίας, μνημόνια συμφωνίας (memorandum of understanding)3, κώδικες επικοινωνίας, προτεραιότητες στην έρευνα, οδηγίες, συστάσεις, απεικονιστικά εργαλεία, κείμενα διακηρύξεων όπως η λευκή χάρτα (white paper) κλπ. Είναι γνωστό ότι οι πιο γεροί παίκτες, συμμετέχοντες ως εκπρόσωποι είτε φορέων είτε επιστημονικών αντικειμένων, έχουν τρόπους να επιβάλλουν σε αυτή την κοινή γλώσσα τη δική τους διάλεκτο, κυρίως μέσω της διαμόρφωσης των παραπάνω εργαλείων.
Το πρώτο ερώτημα είναι εάν η ανάπτυξη κοινής γλώσσας στην Διατροφή ψαλιδίζει έννοιες και σκέψη.
Μάλλον ναι. Ό,τι εκφράζεται από την κοινή γλώσσα, είτε ως έννοια είτε ως δράση, υποστηρίζεται, προωθείται και ανθίζει, ό,τι δεν εκφράζεται παραγκωνίζεται και μοιραία δεν αναπτύσσεται. Θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Τελικά, για να συνεννοηθούμε μεταξύ μας και να προχωρήσουμε αναζητάμε το «μέγιστο κοινό διαιρέτη» ή το «ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο» των στοιχείων που ο καθένας μας θα θεωρούσε χρήσιμα, απαραίτητα και διαφωτιστικά;
Θα θυμίσω εδώ ότι ο μέγιστος κοινός διαιρέτης αριθμών ισούται με το γινόμενο όλων των κοινών πρώτων παραγόντων αυτών των αριθμών υψωμένων ο καθένας στη μικρότερη κοινή δύναμη ενώ το ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο ισούται με το γινόμενο όλων των κοινών και μη κοινών πρώτων παραγόντων, υψωμένων ο καθένας στη μεγαλύτερη δύναμη. Επίσης, ότι για την εύρεση των πρώτων αριθμών ο Ερατοσθένης εισήγαγε μέθοδο που ονόμασε κόσκινο, μάλλον από τον τρόπο που προσεγγίζει το ξεσκαρτάρισμα των μη πρώτων. Το κόσκινο, διαχωρίζει το μικρό από το μεγάλο, το καθαρό από το ακάθαρτο ή το μικτό, το λεπτό από το πηχτό και παχύ, η γενικά τα όμοια από τα διαφορετικά και τελικά αποδίδει κάτι λιγότερο από αυτό από το αρχικό. Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Χρειαζόμαστε το «κόσκινο» στη συζήτησή μας με άλλα αντικείμενα κυρίως με άλλους φορείς. Βέβαια, επιλέγοντας μόνον τα κοινά, σπάνια εμπλουτίζουμε με τα μη κοινά ενώ συχνά αντιλαμβανόμαστε αργότερα ότι αυτό που αφήσαμε πίσω είναι πολύ χρήσιμο. Επομένως το «κόσκινο» στη γλώσσα, στις έννοιες, στη σκέψη, είναι πραγματικότητα μάλλον αναγκαία. Εάν αυτή η πραγματικότητα επηρεάζει την πορεία της επιστήμης της Διατροφής με θετικό ή αρνητικό τρόπο είναι ζήτημα που μπορεί κανείς να εξετάζει όχι γενικά αλλά κατά περίπτωση.
Το δεύτερο ερώτημα είναι εάν, στην επιστήμη της Διατροφής, μετά την υιοθέτηση κοινής γλώσσας (και της προσέγγισης του κόσκινου), είναι εμφανής η προβολή και, τελικά, η επιβολή διαλέκτων.
Είναι εμφανείς οι διάλεκτοι, φαίνεται δε ότι επικρατούν εκείνες που εκπορεύονται από τα άριστα ακαδημαϊκά κέντρα και τους ενδιαφερόμενους εταίρους ( stakeholders) κυρίως τις καταναλωτικές οργανώσεις και τη Βιομηχανία Τροφίμων. Η Βιομηχανία Τροφίμων έχει υιοθετήσει και προβάλλει, συχνά στο πλαίσιο προγραμμάτων εταιρικής ευθύνης, την παραγωγή διατροφικά ορθού τροφίμου και βέβαια, οι ακαδημαϊκοί που αντιλαμβανόμαστε ότι ο καταναλωτής θα φάει τα προϊόντα που παράγουν και όχι τις δικές μας δημοσιεύσεις, αναγνωρίζουμε το ρόλο τους.
Δεν είναι άραγε προϊόντα συστηματικής, εντατικής, συχνά πολύχρονης διαβούλευσης μεταξύ πολλών φορέων, και επομένως «διάλεκτοι» στην κοινή μας γλώσσα, τα διάφορα εργαλεία προώθησης δημόσιας υγείας που έχουμε υιοθετήσει στη Διατροφή;
Παραδείγματα:
1) η πυραμίδα της μεσογειακής διατροφής και η αντικαθιστούσα την πυραμίδα απεικόνιση myplate4
2) το πλαίσιο έγκρισης των ισχυρισμών υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της EFSA (European Food Safety Agency) 5
3) η διατροφική επισήμανση στις συσκευασίες των τροφίμων, η συζήτηση για το τι είναι μερίδα του τροφίμου και τα προτεινόμενα Guideline Daily Amounts (GDAs) 6
4) τα «traffic lights»7 ή άλλα σήματα με στόχο την απλή ανάγνωση της διατροφικής επισήμανσης
5) η σύσταση για πρόσληψη πέντε μικρομερίδων φρούτων και λαχανικών ημερησίως.
Αυτά τα εργαλεία, που εδώ τα θεωρούμε διαλέκτους της κοινής μας γλώσσας, είναι κατακτήσεις της διαβούλευσης στην επιστήμη μας, και βέβαια εξαιρετικά χρήσιμα αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μάλλον ισοπεδωτικά8, για κάποιους μη ρεαλιστικά ή ακόμη και παραπλανητικά εφόσον συχνά μεταθέτουν το ενδιαφέρον προς άλλες κατευθύνσεις ή δεν μπορούν να εκφράσουν πολλαπλές προσεγγίσεις και τα πιο «λεπτά» νοήματα της επιστήμης μας.
Το τρίτο ερώτημα είναι εάν οι επικρατούσες διάλεκτοι, επιπλέον του συσχετισμού με το επιστημονικό αντικείμενο ή τον φορέα, έχουν και γεωγραφική προέλευση.
Υπάρχει ισχυρή παρουσία και επιρροή των ΗΠΑ στο πεδίο της επιστήμης της Διατροφής που σχετίζεται όχι μόνον με την ύπαρξη εκεί άριστων ακαδημαϊκών κέντρων και ισχυρών βιομηχανιών τροφίμων αλλά και με την ιστορικότητα στην ανάπτυξη εργαλείων – διαλέκτων της κοινής γλώσσας στο παρόν κείμενο. Ένα παράδειγμα με ισχύ επιχειρήματος: Το 1941 υιοθετούνται στις ΗΠΑ οι πρώτοι πίνακες συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης θρεπτικών συστατικών διότι «η διατροφή είναι μέρος της άμυνας της χώρας», εφόσον κατά την εξέταση στρατεύσιμων κάποιοι θεωρήθηκαν ακατάλληλοι διότι μετρήθηκε σε αυτούς έλλειψη στην πρόσληψη θρεπτικών συστατικών9. Αυτό το περί άμυνας της χώρας απετέλεσε δόγμα για τα επόμενα χρόνια που οδήγησε στην χάραξη διατροφικής πολιτικής, στην ανάληψη πλήθους πρωτοβουλιών και γενικά στην ανάπτυξη της επιστήμης της Διατροφής. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το πλαίσιο επιστημονικής δράσης ή ανάπτυξης διατροφικής πολιτικής και συνοδών εργαλείων πολύ συχνά αντλεί από την εμπειρία των ΗΠΑ. Αυτό είναι περιοριστικό για την επιστημονική μας φαντασία, αλλά αξιοποιήσιμο εάν φυσικά περάσει την πρέπουσα επεξεργασία που θα απορροφήσει τις κατά τόπους πληθυσμιακές ιδιαιτερότητες.
Επομένως η κοινή γλώσσα, όπως πλάθεται μετά την διαδικασία του κόσκινου και την υιοθέτηση της ισχυρότερης εκ των διαλέκτων, διαμορφώνει αργά και σταθερά σκέψη-βούληση-λόγο-πράξη.
Αυτό είναι μια πραγματικότητα που ορίζει τις συνθήκες της πλεύσης της επιστήμης της Διατροφής, οπότε όταν υπάρχει έλλειμμα πολιτικής και υποδομών όπως συμβαίνει στα καθ’ ημάς, αυτό αποτελεί μάλλον συνθήκη ευθαλασσίας. Στη συνέχεια, την κατεύθυνση της πλεύσης θα ορίσουν οι επιβάτες και το πλήρωμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Στην επιστήμη της Διαιτολογίας, οι αναλογίες με το παράδειγμα της ψυχιατρικής είναι περισσότερες από αυτές που αναφέρονται για την επιστήμη της Διατροφής. Εξαιτίας της ατομικής (και όχι πληθυσμιακής προσέγγισης) ο διαιτολόγος συχνά έχει να διαχειριστεί πολλαπλούς παράγοντες που επηρεάζουν το άτομο στις διατροφικές του συνήθειες. Απλοποιήσεις στην προσέγγιση και διαχείριση έχουν προταθεί, συμπεριλαμβανόμενου και συστήματος ταυτοποίησης προβλήματος, προτεινόμενης λύσης και αξιολόγησης αποτελέσματος ώστε να είναι σαφής ο διάλογος με τρίτους (ιατροί, ερευνητές αλλά και το σύστημα ασφάλισης). Από όσο γνωρίζω τέτοιο σύστημα δεν χρησιμοποιείται από τους κλινικούς διαιτολόγους στα νοσοκομεία στην Ελλάδα.
2. Hakel-Smith N, Lewis NM. 2004. A standardized nutrition care process and language are essential components of a conceptual model to guide and document nutrition care and patient outcomes. J Am Diet Assoc. 104(12):1878-84.
3. Ως παράδειγμα κειμένου που απεικονίζει την επικοινωνία εταίρων, δίδεται το Memorandum of Understanding between the International Union of Nutritional Sciences and Unilever N.V. (2009) http://www.iuns.org/features/IUNS%20and%20Unilever/MoU%20IUNS%20and%20Unilever.pdf
4. Δείτε την πυραμίδα μεσογειακής διατροφής στο http://www.nut.uoa.gr/dietaryGR.html. Την απεικόνιση πιάτου που αντικαθιστά πλέον την εξαδέλφη πυραμίδα των ΗΠΑ παρουσίασε η M. Obama στις 2/6/2011 (http://www.cnpp.usda.gov/Publications/MyPlate/PressRelease.pdf)
5. European Food Safety Authority, Regulation (EC) No 1924/2006 of the European parliament and of the council of 20 December 2006 on nutrition and health claims made on foods
6. Confederation of food and drink industries of the EU, 2010 Portion Sizes For Purposes of Nutrition Labeling ( http://www.ciaa.be/documents/brochures/CIAA_portions_sizes_2010.pdf)
7. Πρόκειται για κόκκινη, κίτρινη ή πράσινη σήμανση στη συσκευασία του τροφίμου εάν αυτό έχει υψηλή, μέτρια ή χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες, κορεσμένο λίπος, και αλάτι. Το σύστημα αυτό έχει προταθεί στη Μεγάλη Βρετανία για να καθοδηγεί τον καταναλωτή στην επιλογή του (http://www.nhs.uk/Livewell/Goodfood/Pages/food-labelling.aspx).
8. Ένα ακραίο παράδειγμα: «Δημιουργώντας μια νέα γλώσσα στη Διατροφή» είναι ένας ελκυστικός τίτλος. Αφορά όμως μια σειρά γραφικών, σχεδιασμένων για την απεικόνιση διατροφικής πληροφορίας που μελετήθηκε για πιθανή χρήση από την McDonald σε προϊόντα που διακινούνται σε 109 χώρες. Δεν πρόκειται για μια πολλά υποσχόμενη «επιστημονική γλώσσα που έχει την δύναμη να τροφοδοτεί και να απογειώνει» αλλά για ένα αποτελεσματικό εργαλείο – σφουγγαρόπανο της επιστημονικής σκέψης. Εύγλωττο όμως.
9. Recommended Dietary Allowances, 1989. 10th Edition, National Academy Press,
*Δρ Μαίρη Καψοκεφάλου
Επίκουρος Καθηγήτρια, Μονάδα Διατροφής του Ανθρώπου, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών