Περί πίτας και ιδίων δαιμονίων*
(παράφραση του Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, 1994)
Επιμέλεια: Κους-κους
Ακροπατώντας, το βράδυ όταν οι πιστοί κοιμoύνται, ο ιερέας του ναού του Ασκληπιού (στη νότια κλίτη της Ακρόπολης) μηχανεύεται πώς να αρπάξει τις προσφορές και συγκεκριμένα κάποιο ‘’πόπανον’’ (ψημένη πίτα με μέλι) και κάποιους φθοις (είδος αλμυρής πίτας), ενώ ταυτόχρονα παριστάνει πώς τις ευλογεί (Πλούτος, Αριστοφάνη, στ. 676-683).
Είναι λοιπόν οι πίτες τόσο πολύτιμες που γίνονται ‘’δαιμόνια’’ ψυχής και σώματος με την νοστιμιά τους, ένας θρύλος μέχρι σήμερα, που παρά το γεγονός ότι ζει μαζί μας, στην καθημερινότητα, δεν φθείρεται ούτε ξεθωριάζει αλλά αντίθετα δημιουργεί ένα δαιμόνιο σούσουρο.
…Λοιπόν την έψησες; Και πώς βγήκε; Ψήθηκε καλά, από κάτω; Είναι λίγο ξερό το φύλλο ή μου φαίνεται; Αυτή η τελευταία ερώτηση είναι η κρυμμένη διαπίστωση: ‘’τρώγεται και δεν τρώγεται, ενώ η δική μου… σαν τη δική μου…’’
Τα ‘’δαιμόνια’’-πίτες είναι λοιπόν αποδεικτικό ‘’χαρτί’’ της νοικοκυροσύνης ή πιο συγκεκριμένα της χρυσοχέρας. Χρυσοχέρης γενικά δεν ακούγεται, αλλά εδώ υπάρχει το ’’πιάνουν τα χέρια του’’, γενικώς και αορίστως. Όπως και να έχει η κουζίνα είναι ένα ταλέντο με φαγητά ‘’ορόσημα’’ που απαιτούν δεξιοτεχνία και δίνουν τον τίτλο της χρυσοχέρας. Οι πίτες λοιπόν σε όλο το εύρος τους από τους ψημένους χυλούς χωρίς φύλλο που χρησιμοποιούνται στα σουβλάκια (pita or pitta, pita-souvlaki and pita-gyros, en.wikipedia.org/wiki/Pita), μέχρι βασιλόπιτες, σπανακόπιτες και αχλαδόπιτες, όπως διαβάζω στον κατάλογο ενός κεντρικού αθηναϊκού μαγαζιού, ζουν και βασιλεύουν και τον κόσμο κυριεύουν.
Αν ξέρεις να φτιάχνεις πίτες και ανοίγεις και φύλλο, ε τότε σίγουρα είσαι κοντά στην κατάκτηση του τίτλου (χρυσοχέρα μην το ξεχνάτε). Τώρα μπορεί να ξέρεις να κάνεις μπούκλες, να ξεματιάζεις, να λύνεις σταυρόλεξα, να βράζεις αυγά με όλους τους τρόπους αλλά να φτιάχνεις πίτες, με αυτό το φύλλο, το λεπτό, που δεν είναι ακριβώς τόσο τραγανό, ακριβώς τόσο ζουμερό, αλλά είναι ακριβώς τόσο ταιριαστό και τόσο νόστιμο, είναι άλλη υπόθεση.
Και από πάνω έχεις αυτές τις διαφημίσεις με αχνιστές πίτες, με τέλειες νοικοκυρές της τελευταίας στιγμής, με το χαμόγελο ότι πέτυχε, αυτό που πέτυχαν οι άλλοι πριν, και μετά το πέτυχες και εσύ, και οι άλλες θα το πετύχουν την άλλη φορά και και….
Και πάω να ξεπαγώσω αυτή τη λεπτή κρούστα αλλά δεν προλαβαίνω πρωί-πρωί, και κόβεται, και τη βάζω μισή στο ταψί, και γίνεται μία μικρή πίτα, που συμπληρώνεται από άλλη μισή μετά από ώρα, που ξεπάγωσε και το υπόλοιπο!!
Και τότε είναι που εύχεσαι να γίνει όπως στα παραμύθια, που πάντα μία δημοφιλής ευχή του φτωχού, πλην τίμιου, είναι να έχει στρωμένο τραπέζι με όλα τα καλά. Και να μπορούν τα ξεροκόμματα να μεταμορφώνονται σε αχνιστά πιάτα που προετοιμάζουν και προετοιμάζονται για το όνειρο. Μπορεί επίσης να ονειρεύεσαι ότι είσαι ο ιερέας παρέα με λαχταριστές λιχουδιές που αγγίζεις και δεν αγγίζεις…
Ξαναγυρνώντας στις πίτες, που τις βρίσκουμε σε όλα τα μέρη του κόσμου, και που αποδεικνύουν ότι η απλότητα κερδίζει στην καθημερινότητα, οι συνταγές που υπάρχουν είναι πραγματικά αναρίθμητες, οι οδηγίες επίσης, μέχρι και βίντεο στο διαδίκτυο για το άνοιγμα του φύλλου υπάρχουν εδώ και πολύ καιρό, η τεχνολογία επιστρατεύεται και αυτή στο άκουσμα της πίτας.
Η φήμη που έχουν οι πίτες ανά περιοχή στην Ελλάδα σε ζαλίζει. Είναι τόσες πολλές, τόσο μοναδικές που ναι, ο θρύλος ζει ανάμεσά μας και μας συνοδεύει τόσα χρόνια χωρίς καν να απαιτεί ή έστω να χρειάζεται στο ελάχιστο παραλλαγές που με ‘’φαμφάρες’’ προτείνει η σύγχρονη μαγειρική και τις ‘’προσθήκες’’ εκλεπτυσμένων συστατικών με ευρωπαϊκά ονόματα και αέρα που παρουσιάζονται κατά καιρούς.
Και όπως και να έχει, πίτες χωρίς φύλλο ή με φύλλο, λιγότερο ή περισσότερο τραγανό, σε στρώσεις, αλά mille feuille, αλλά καλύτερες και σαφώς αγαπημένες, τυλιχτές ή απλωμένες, πάντα πολλαπλασιάζουν την προσμονή για δοκιμή.
Και σας παρακαλώ μην αναφέρετε αναλύσεις, υγεία και διατροφή, πότε και πόσο να τρώμε, δε θέλω να ξέρω, δε θέλω ν’ ακούσω. Γιατί οι θρύλοι δε μπαίνουν σε γυαλιστερές σελίδες σε βιβλιοθήκη, δεν είναι περικυκλωμένοι από οδηγίες και οδηγούς, είναι κυρίως έμπνευση. Είναι εκεί στους ξυλόφουρνους και εκεί πρέπει να μείνουν. Μόνο αν θέλετε σ’ αυτές τις φωτογραφίες με νοικοκυρές άλλων εποχών δίπλα στους φούρνους προσθέστε και νεότερους ανθρώπους που συνεχίζουν να συντηρούν τα δαιμόνια.
*δαιμόνιο: θεία δύναμη, δαιμόνιος: ικανός, επιτήδειος (ομηρική λέξη, ετυμολογία: Μπαμπινιώτης Γ., ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ: Ιστορία των λέξεων 2010)